Oι “short sellers” κινδυνεύουν να κάψουν τα χέρια τους
Για άλλη μια φορά αποδείχθηκε ότι το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον για τον Γενικό Δείκτη και την “τραπεζοκίνητη” μοίρα του. Το είχαμε ξανατονίσει μάλιστα πρόσφατα ότι παραδοσιακά όταν η αγορά, και κατά βάση ο Γενικός Δείκτης, αρχίζει και βάζει στην ανοδική μηχανή όλο και περισσότερα τραπεζικά οκτάνια η συνέχεια δεν έχει καλή κατάληξη, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο. Μιλάμε για μια στατιστική παράδοση που βαστάει επί μια 15ετία, από το μαύρο γεγονός της Lehman Brothers το 2008. Όποτε λοιπόν οι τραπεζικές μετοχές ξεπερνούν το 24% της δύναμης στην κίνηση του Γενικού Δείκτη κάτι στραβώνει. Τώρα το εν λόγω ποσοστό έχει πέσει στο 22%.
Στην προκειμένη περίπτωση το ευκαιριακό κύμα ρευστοποιήσεων, γιατί περί αυτού πρόκειται, βρήκε πάτημα στην κατάρρευση χρηματοοικονομικών οίκων που τα έκαναν μούσκεμα με τη διαχείριση των επιτοκιακών αυξήσεων όπως η Silicon Valley Bank ή είχαν πρόβλημα πολύ καιρό και η αγορά απλά το έχωνε κάτω από το χαλί όπως της Credit Suisse.
Το μέχρι τώρα αποτέλεσμα είναι η γρήγορη καθοδική εκτόνωση του Τραπεζικού Δείκτη από την αντίσταση της ζώνης των 950 με 1000 μονάδων προς την περιοχή στήριξης των 750 με 740 μονάδων, προκαλώντας ισχυρές απώλειες της τάξεως του -21%. Το άμεσο ζητούμενο στη διαγραμματική ανάλυση του δείκτη είναι η διακράτηση της εν λόγω περιοχής. Όσο δεν αποτυπώνεται στο ημερήσιο διάγραμμα τιμών κάποια επιβεβαιωμένη καθοδική διάσπαση η επόμενη κίνηση θα είναι έντονα ανοδική προς το επίπεδο των 830 με 850 μονάδων. Στην αντίθετη περίπτωση το πέρασμα του δείκτη κάτω από τις 740 μονάδες θα φέρει αστάθεια στα χέρια των επενδυτών σπρώχνοντας τον δείκτη προς το επόμενο επίπεδο στήριξης των 710 με 700 μονάδων, όπου όμως πολύ δύσκολα θα παραδώσει τα όπλα στους πωλητές.
Ναι μεν έπρεπε να δηλώσει η αγορά ότι “συμπάσχει” με το διεθνές τραπεζικό σκηνικό, αλλά από κάποιο σημείο και έπειτα αναμένεται να διαφοροποιηθεί από τους υπόλοιπους μιας που οι ελληνικές τράπεζες μετά και την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων για το 2022 είναι ίσως από τις πλέον θωρακισμένες σε ευρωπαϊκό αλλά ακόμα και σε παγκόσμιο επίπεδο, έχοντας υψηλούς δείκτες κάλυψης ρευστότητας που φτάνουν ακόμα και το διπλάσιο νούμερο σε σχέση με αρκετές ευρωπαϊκές τράπεζες. Για παράδειγμα, η Εθνική Τράπεζα έχει δείκτη κάλυψης ρευστότητας κοντά στο 260% ενώ η ιταλική Unicredit έχει αντίστοιχο δείκτη λίγο πάνω από το 80%. Επίσης, και οι τέσσερις εισηγμένες ελληνικές τράπεζες παρουσιάζουν όχι μόνο υψηλό επιτοκιακό περιθώριο, αλλά και ισχυρή πιστωτική επέκταση που θα τις οδηγήσει σε υψηλότερη κερδοφορία και αύξηση μεγεθών.
Προχωρώντας τώρα στη διαγραμματική ανάλυση των επιμέρους τραπεζών ξεκινάμε από την Eurobank (ΕΥΡΩΒ), όπου έχει απωλέσει έως και ένα -17% από τα πρόσφατα υψηλά, προσεγγίζοντας πλέον τον ανοδικό στροφέα στήριξης “S” στα 1,20 ευρώ περίπου. Κάτω από εκεί η μετοχή θα βρεθεί σε ένα πολύ σημαντικό “μαξιλάρι” στήριξης που απλώνεται έως τα 1,159 ευρώ. Οπότε η περιοχή αυτή ίσως και να σημάνει, εκτός νέου απροόπτου, τη λήξη της υπάρχουσας βραχυχρόνιας πτωτικής κίνησης. Στην εν λόγω περιοχή έχει μπει και ένας σημαντικός όγκος αγοραστικής δύναμης στην αρχή του έτους. Όσο δε ο ανοδικός στροφέας παραμένει άτμητος η επόμενη ανοδική κίνηση θα επαναφέρει τη μετοχή πάνω από τα 1,356 ευρώ κοιτώντας εκ νέου την περιοχή αντίστασης των 1,50 ευρώ.
Η Εθνική (ΕΤΕ) έχει απωλέσει από τα πρόσφατα υψηλά έως και -21%, ακουμπώντας τη στήριξη που προσφέρει η περιοχή των 4,30 με 4,20 ευρώ. Η καθοδική διάσπαση του πολύ βραχυχρόνιου ανοδικού στροφέα “W” έχει προκαλέσει ανακάτεμα της τράπουλας με την τάση όμως να δείχνει στο διημερήσιο chart ότι ναι μεν έχει χροιά πτωτική αλλά κάπου μετά και το τελευταίο κατέβασμα βαδίζει προς πλαγιοσταθεροποιητικές ενδείξεις. Κάτω υπό αυτό το πρίσμα δύσκολα θα αναμέναμε συνέχιση της πτώσης με διάλυση της ζώνης των 4,30 με 4,20 ευρώ.
Η Alpha (ΑΛΦΑ) φαίνεται στη διαγραμματική ανάλυση να χρωστάει ακόμα και τώρα μεγαλύτερη μεσομακροπρόθεσμη άνοδο από αυτή του 1,50 ευρώ για να μπορέσει να πιάσει τις υπόλοιπες τρεις τράπεζες, θέτοντας έτσι ως πρώτο στόχο μόλις περάσει η μπόρα την είσοδό της μέσα στη ζώνη των 1,75 με 2 ευρώ που έγραφε στις αρχές του 2020. Οπότε σε αυτή τη σχεδόν αναγκαστική καθοδική αναδίπλωση της τάξεως του -25% έχει ακόμα μεγαλύτερο μεσοπρόθεσμο περιθώριο ανόδου σε σχέση με τις υπόλοιπες τραπεζικές μετοχές. Τουλάχιστον αυτό αποτυπώνεται στη δυναμική της διαγραμματικής ανάλυσης.
Μάλιστα πιθανό πέρασμα της μετοχής κάτω από τα 1,10 ευρώ θα προκαλούσε έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον μιας που υπάρχουν συνεχόμενα ισχυρά στρώματα στήριξης πριν καν φτάσει στα 1,0225 ευρώ.
Κλείνω με τη μετοχή της Πειραιώς (ΠΕΙΡ) που έχει διορθώσει κατά -27% από τα πρόσφατα υψηλά της δοκιμάζοντας διαγραμματικά τη συνοχή της άνω πλευράς του ανοδικού καναλιού “C” στα 1,82 με 1,79 ευρώ. Εδώ ένα πέρασμα της μετοχής με ημερήσιο κλείσιμο κάτω από τα 1,79 ευρώ θα δώσει έδαφος για την κοντινή ζώνη στήριξης των 1,70 με 1,67 ευρώ, όπου λόγω και των τεχνικών ενδείξεων δύσκολα θα παραχωρήσει έδαφος προς τα 1,50 ευρώ.
Γενικά πάντως και στις τέσσερις τράπεζες τα όρια περαιτέρω πτώσης έχουν στενέψει αρκετά. Σε σημείο μάλιστα που θα μπορούσα να πω παρακινδυνευμένα ότι σε αυτά τα επίπεδα τιμών οι “short sellers” κινδυνεύουν να κάψουν τα χέρια τους καθώς κάπου εδώ ή λίγο πιο κάτω υπάρχει πιθανότητα να εκδηλωθεί βίαιη ανοδική αντίδραση αποτίναξης.
Είναι και τα οικονομικά αποτελέσματα του 2022 που δείχνουν ιδιαίτερη δυναμική για τη διετία 2023-2024, ενώ λίγο να κοπάσει και η πολιτική “φαγούρα” ώστε να αρχίσουμε να βλέπουμε την επενδυτική βαθμίδα, τα πράγματα μπορούν να εξελιχθούν ιδιαιτέρως θετικά για τις τραπεζικές μετοχές. Τα υψηλά που σημείωσαν πρόσφατα ίσως να είναι ένα πρώτο ανοδικό σκαλοπάτι σε αυτά που έρχονται.
Αποποίηση ευθύνης: Το παρόν ενημερωτικό σημείωμα συνιστά διαφημιστική ανακοίνωση ενημερωτικού περιεχομένου και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση ή προσφορά για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Καμία πληροφορία που εμπεριέχεται σε αυτό, δε θα πρέπει να εκληφθεί, σε καμία περίπτωση, ως προτεινόμενη ως κατάλληλη επένδυση για τον παραλήπτη, ούτε μέσο επίτευξης των συγκεκριμένων επενδυτικών στόχων ή κάλυψης οποιωνδήποτε άλλων αναγκών του παραλήπτη, ούτε υποκατάστατο τυχόν συμβατικών κειμένων που αφορούν τις περιγραφόμενες σε αυτό συναλλαγές. Για τους λόγους αυτούς, κάθε επενδυτής θα πρέπει να προβεί στη δική του αξιολόγηση οποιασδήποτε πληροφορίας παρέχεται στην παρούσα επικοινωνία και δε θα πρέπει να βασίζεται σε οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία, ως εάν αυτή να αποτελούσε επενδυτική συμβουλή. Το παρόν δεν συνιστά, επίσης, έρευνα στον τομέα των επενδύσεων και, συνεπώς, δεν καταρτίστηκε από την Εταιρεία σύμφωνα με τις απαιτήσεις του νόμου που αποσκοπούν στη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της έρευνας στον τομέα των επενδύσεων. Οι πληροφορίες που διατίθενται στο παρόν βασίζονται σε πληροφορίες που διατίθενται στο κοινό και θεωρούνται αξιόπιστες. Η Εταιρεία δεν φέρει καμία ευθύνη ως προς την ακρίβεια ή πληρότητα των πληροφοριών αυτών. Οι απόψεις και εκτιμήσεις που εκτίθενται στο παρόν αφορούν την τάση της εγχώριας και των διεθνών χρηματοοικονομικών αγορών κατά την αναγραφόμενη ημερομηνία και υπόκεινται σε αλλαγές χωρίς ειδοποίηση. Η Εταιρεία ενδέχεται, ωστόσο, να συμπεριλάβει στο παρόν έρευνες στον τομέα των επενδύσεων, οι οποίες έχουν εκπονηθεί από τρίτα πρόσωπα. Η εταιρεία δεν τροποποιεί τις ως άνω έρευνες, αλλά τις παραθέτει αυτούσιες, και, συνεπώς, δεν αναλαμβάνει οποιαδήποτε ευθύνη για το περιεχόμενο αυτών.